«Με τη σκέψη ότι ο δράκοντας υπήρχε μόνο αν το πίστευε ο ίδιος, ο ιππότης, άρχισε να διασχίζει την γέφυρα. Ο δράκοντας, μουγκρίζοντας, έριξε πίσω απ’ τον ιππότη ένα χείμαρρο φωτιά. Ο ιππότης έκανε μεταβολή, γύρισε πίσω τρέχοντας και με ένα ουρλιαχτό πόνου, έτρεξε να βουτήξει τον φλογισμένο πισινό του στο κρύο νερό ενός ποταμιού. Οι φλόγες έσβησαν μ’ ένα σύριγμα.
-Ήσουν πολύ γενναίος, είπε η Σκιουρίτσα. Καθόλου άσχημα για πρώτη προσπάθεια.
– Τι εννοείς, πρώτη προσπάθεια;
– Εννοώ, διευκρίνισε η Σκιουρίτσα, ότι θα τα πας καλύτερα τη δεύτερη φορά. Θυμήσου ότι ο δράκοντας δεν είναι παρά μια ψευδαίσθηση.
– Και η φωτιά που έβγαινε απ’ το στόμα του; Κι αυτό ψευδαίσθηση;
– Και η φωτιά ψευδαίσθηση.
– Τότε γιατί κάθομαι σ’ αυτό το ποταμάκι μ’ έναν καμένο πισινό; ρώτησε ο ιππότης.
– Γιατί, απ’ τη στιγμή που πίστεψες ότι ο δράκοντας είναι αληθινός, έκανες και τη φωτιά αληθινή.»
Απόσπασμα από το βιβλίο του R. Fisher «Ο ιππότης με τη σκουριασμένη πανοπλία».
Αν λοιπόν πιστέψουμε στους Δράκους μας, τότε τους δίνουμε τη δύναμη να μας κάνουν ό,τι θέλουν. Πρέπει να τους αντιμετωπίσουμε μια για πάντα.
Ο μισός εαυτός μας, βέβαια, το θέλει, ωστόσο, ο άλλος μισός είναι ακινητοποιημένος και χαμένος μέσα στις άμυνες και τις συνήθειες.
Μήπως, όμως, έφτασε η στιγμή να ξαναβρούμε το θάρρος μας για να δώσουμε την ώθηση που χρειάζεται, ώστε να ζήσουμε τη ζωή μας και όχι τους φόβους μας;
Ας κάναμε ΤΩΡΑ, μια στάση χωρίς προσδοκίες. Απλά να αποδεχθούμε και να εκτιμήσουμε ό,τι κι αν υπάρχει στη ζωή μας αντί να τρέχουμε από δω και από κει για να αρπάξουμε λίγη αγάπη, λίγη προσοχή, λίγη φροντίδα. Κι όταν το καταφέρουμε θα μπορέσουμε να απολαύσουμε όλα αυτά που πηγάζουν από την καρδιά μας.